«Ελευθερία είναι η ελευθερία να λες ότι δύο συν δύο ίσον τέσσερα. Αν αυτό γίνει δεκτό, όλα τα άλλα ακολουθούν».
Τζορτζ Οργουελ, «1984»
«Τι είναι λοιπόν το Τσερνόμπιλ;» ρωτάει η διακεκριμένη συγγραφέας (Νομπέλ Λογοτεχνίας 2015) Σβετλάνα Αλεξίεβιτς στο συγκλονιστικό βιβλίο της «Τσερνόμπιλ» (Πατάκης). Μια τεράστια τεχνολογική καταστροφή; Οχι μόνο, κάτι παραπάνω, απαντάει. «Κάθε προηγούμενη εμπειρία είναι απλώς ανεπαρκής».
Η έκρηξη στο πυρηνικό εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ, στις 26 Απριλίου 1986, στην τότε σοβιετική Ουκρανία, είναι το μεγαλύτερο πυρηνικό ατύχημα στον κόσμο. Σκοτώθηκαν ή μολύνθηκαν χιλιάδες άνθρωποι, ανατράπηκε άρδην η ζωή εκατοντάδων χιλιάδων άλλων που εκτοπίστηκαν από την περιοχή και απειλήθηκε για πάντα η ίδια η ύπαρξη της ζωής σε ένα μέρος του πλανήτη. Το Τσερνόμπιλ συμβολίζει και την εντυπωσιακή δύναμη και την ολέθρια «ύβριν» της τεχνοεπιστήμης.
Η πρόσφατη τηλεοπτική σειρά «Τσερνόμπιλ» (HBO) ακολουθεί με ωμό ρεαλισμό και στοιχεία μυθοπλασίας το περίγραμμα των γεγονότων, πριν και μετά την έκρηξη. Ενα κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης είναι ο δρ Βαλέρι Λεγκάσοφ, διακεκριμένος χημικός, του οποίου ο ρόλος ήταν καθοριστικός στον περιορισμό των συνεπειών της καταστροφής. Η σειρά έχει πολλές πτυχές: πώς διακόπτεται βιαίως η ζωή –τα όνειρα, τα σχέδια, η κανονικότητα– χιλιάδων ανθρώπων θέματα οργάνωσης και διοίκησης οργανισμών υψηλής αξιοπιστίας (οργανισμών, δηλαδή, στους οποίους ένα μικρό λάθος μπορεί να έχει κολοσσιαίες συνέπειες) διαχείριση κρίσεων, υπό τεράστια πίεση χρόνου και συνεπειών το θέμα της αλήθειας. Ολα είναι ενδιαφέροντα, αλλά θα σταθώ εδώ στο τελευταίο.
Οταν συνέβη το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ, οι άμεσα εμπλεκόμενοι επιδόθηκαν, όπως συνήθως γίνεται, σε εκλογίκευση, επίρριψη ευθυνών και απόκρυψη. Η εκλογίκευση συνιστά γνωστική αυτοάμυνα: αντιμετωπίζοντας ένα ασυνήθιστο πρόβλημα, οι εμπλεκόμενοι αναζητούν μια αυτοεξυπηρετική εξήγηση. Τις πρώτες ώρες μετά το ατύχημα, λ.χ., αναφέρεται ότι οι μετρήσεις ραδιενέργειας ήταν μόνο 3,9 Ρέντγκεν την ώρα. Το γεγονός ότι το δοσίμετρο που χρησιμοποιήθηκε μετράει μόνο χαμηλής έντασης ραδιενέργεια προσπερνάται από τους διευθύνοντες το εργοστάσιο. Αυτή η βολική μέτρηση ταξιδεύει, διά της γραφειοκρατικής οδού, μέχρι τα ανώτατα σώματα λήψης αποφάσεων οι αξιωματούχοι του Κρεμλίνου καθησυχάζονται. Ολοι βολεύονται – «η κατάσταση ελέγχεται».
Ολοι; Εκτός από τον Λεγκάσοφ. Ως ευσυνείδητος επιστήμονας, ειδικός στους αντιδραστήρες τύπου RBMK (όπως αυτοί του Τσερνόμπιλ), είναι υποψιασμένος. Θέτει τα σωστά ερωτήματα και διατυπώνει εναλλακτικές υποθέσεις. Οι αξιωματούχοι αναστατώνονται τόσο, ώστε να θέλουν να τον ακούσουν. Ο Γκορμπατσόφ τον στέλνει στο Τσερνόμπιλ να διαπιστώσει τι συμβαίνει. Το επίπεδο ακτινοβολίας αποδεικνύεται ότι ήταν 15.000 Ρέντγκεν την ώρα!
Σε μια σοβαρή κρίση οι εμπλεκόμενοι προσπαθούν συνήθως να αποσείσουν τις ευθύνες – αλληλοκατηγορούνται. Το μοτίβο είναι σταθερό – από την καταστροφή του διαστημοπλοίου «Τσάλεντζερ» στις ΗΠΑ το 1986, τη φονική έκρηξη στο Μαρί στην Κύπρο το 2011 μέχρι την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής το 2018.
Ο κομματικός διευθυντής του Τσερνόμπιλ σπεύδει να πει: «Εγώ δεν φταίω, κοιμόμουν όταν έγινε το ατύχημα». Ο άχρωμος αρχιμηχανικός κατηγορεί τον αναπληρωτή του, υπεύθυνο για τη μοιραία άσκηση ασφάλειας που οδήγησε στο ατύχημα. Και ο αναπληρωτής, ένας αντιπαθής bully, κατηγορεί τους υφισταμένους του. Οι ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι αποδέχονται ασμένως την εξήγηση του «ανθρώπινου λάθους» – δεν εγγίζει την εξουσία τους.
Ωστόσο, ο Λεγκάσοφ και η συνεργάτις του πυρηνική φυσικός Ουλιάνα Χόμιουκ ανακαλύπτουν ότι δεν ευθύνονται μόνο τα εγκληματικά λάθη των τοπικών υπευθύνων, αλλά και η απόκρυψη πληροφοριών αναφορικά με την προβληματικότητα των αντιδραστήρων RBMK. Αν και δημοσιευμένη επιστημονική μελέτη είχε ήδη εντοπίσει, πριν από δέκα χρόνια, προβλήματα στους συγκεκριμένους αντιδραστήρες, εντούτοις λογοκρίθηκε και ο συγγραφέας της απολύθηκε. Το κομμουνιστικό καθεστώς επέμενε να προστατεύει, με κάθε κόστος, την εικόνα της ισχυρής χώρας που προπαγανδιστικά προέβαλλε.
Στη δίκη για την απόδοση ευθυνών, ο Λεγκάσοφ εξηγεί επιστημονικά πώς παρήχθη το ατύχημα. Με θάρρος, όμως, πάει παραπέρα. Με αφορμή την απόκρυψη των προβλημάτων που παρουσίαζαν οι αντιδραστήρες RBMK, καταγγέλλει τη διάχυτη κουλτούρα ψεύδους στη Σοβιετική Ενωση. «Λέμε ψέματα επί ψεμάτων και στο τέλος δεν θυμόμαστε ότι υπάρχει αλήθεια».
Το κομμουνιστικό καθεστώς δεν νοιάζεται για την αλήθεια, μόνο για την αυτοπροστασία του. Η αλήθεια είναι προσαρμόσιμη στις ανάγκες του. Ο υποδιευθυντής της KGB προτρέπει τον Λεγκάσοφ να περιοριστεί, στην κατάθεσή του στη δίκη, στη θεωρία του «ανθρώπινου λάθους». Ετσι, θα «έχουμε την αλήθεια μας», λέει. Προσέξτε το «μας»: αλήθεια είναι ό,τι «μας» συμφέρει, όχι τι πραγματικά συνέβη.
Μπορούμε να ξέρουμε τι πραγματικά συμβαίνει; Ξέρουμε, λ.χ., τι προκάλεσε τη φονική έκρηξη στο Μαρί, την καταστροφή στο Μάτι ή την ελληνική χρεοκοπία; Οι εξουσίες, είτε ολοκληρωτικές είτε δημοκρατικές, έχουν την τάση να προβάλλουν τη δική «τους» εκδοχή αλήθειας. Η αλήθεια όμως υπάρχει, λέει ο Λεγκάσοφ. Πώς;
Αλήθεια είναι, κατ’ αρχάς, όποια εξήγηση αντιστοιχεί αιτιακά στη φυσική πραγματικότητα – π.χ. «σε αντιδραστήρες RBMK, ο γραφίτης επιταχύνει την αντιδραστικότητα». Στην κοινωνική πραγματικότητα, όμως; Η αλήθεια υπάρχει όσο πιστεύουμε σε αυτή, που θα πει: όσο αποδεχόμαστε ένα κοινό πλαίσιο αναζήτησής της, σε συνθήκες ελευθερίας και αναστοχασμού. Οπως παρατηρεί ο φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτι, «αν φροντίσουμε την ελευθερία, η αλήθεια θα φροντίσει τον εαυτό της». Αυτή είναι η σημαντικότερη γνωσιολογική διαφορά της δημοκρατίας από τον ολοκληρωτισμό: η δημοκρατία είναι το πολίτευμα που θεσμοποιεί την πολυφωνία και τον σκεπτικισμό. Η εξουσιαστική «αλήθεια» υπόκειται σε έλεγχο και αμφισβήτηση.
Το ίδιο ισχύει και στην επιστήμη. Ο Λεγκάσοφ είναι μεν κομμουνιστής, αλλά είναι και σοβαρός επιστήμονας – διαθέτει ηθικό σθένος, ρωτάει, αμφισβητεί. Η διανοητική του συγκρότηση είναι πολυφωνική, έχει τον σπόρο της αμφιβολίας μέσα του. Τα ανθρωπάκια της νομενκλατούρας, αντιθέτως, έχουν μόνο την επιθυμία της αυτοπροστασίας. Τους είδαμε άλλωστε και στο Μαρί και στο Μάτι.
Πηγή: Η Καθημερινή
O Χαρίδημος Τσούκας είναι Καθηγητής Στρατηγικής Διοίκησης στην Έδρα Columbia Ship Management στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Δημόσιας Διοίκησης, Κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών Επιστημών και Δοίκησης του Πανεπιστημίου Κύπρου, και Διακεκριμένος Ερευνητής Καθηγητής Οργανωσιακών Σπουδών στο University of Warwick της Βρετανίας.