Αν αποτελούσα μέλος των καφετζούδων της κοινωνιολογίας, θα επιχειρούσα αυτό τον προβοκατόρικο χρησμό: η πανδημία θα δώσει την χαριστική βολή στην κλασική μουσική. Αναφέρομαι στη συνήθεια ακρόασης αυτού του corpus μουσικής που δεν καταφέρνουμε καν να την ορίσουμε : «Σοβαρή μουσική» (ας προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε αυτόν το χαρακτηρισμό στον Haydn, τον Mozart, ακόμα και στον Beethoven που το έργο τους βρίθει από λεπτή ειρωνεία, ενίοτε και από χοντροκομμένα καλαμπούρια), «Έντεχνη μουσική» (και η ινδική ;), εντέλει επικράτησε σαν «κλασική» η μουσική αυτή που την ακούμε ντυμένοι με τα καλά μας, χειροκροτούμε μόνο σε αυστηρά προκαθορισμένα σημεία και τηρούμε σιγή θρησκευτικής ευλάβειας κατά την ακρόαση.
Ήδη πριν από την αρχή της πανδημίας το κοινό της κλασικής μουσικής σε Ευρώπη και Αμερική σπάνιζε. Στο YouTube η 5η Συμφωνία του Beethoven με τον Simon Rattle έχει 21.000 προβολές ενώ τα κλιπ της Lady Gaga κυμαίνονται γύρω στα 300 εκατομμύρια. Οι δισκογραφικές εταιρίες συγκέντρωσαν την δραστηριότητα τους στους ελάχιστους κλασικούς μουσικούς που διατηρούν ένα μίνιμουμ πωλήσεων και τους οποίους κριτικοί και «γνώστες» του χώρου κατά κανόνα απορρίπτουν σε έναν παροξυσμό αντιπάθειας για οτιδήποτε αγγίζει το πλατύ κοινό: όχι, ο Lang Lang δεν είναι «προϊόν marketing» όπως σας εξήγησε ο εξάδελφός σας που «ξέρει από κλασική μουσική» αλλά μια μεγαλοφυΐα που εντυπωσίασε τους Barenboim, Eschenbach, Harnoncourt, Rattle. Το μάρκετινγκ ήρθε πολύ (!) αργότερα.
Το κοινό της εποχής του Μότσαρτ ενδιαφερόταν για κάθε πρόσφατη μουσική επιτυχία και αδιαφορούσε πλήρως για τη μουσική του παρελθόντος. Δυο επαναστάσεις εγκαθίδρυσαν την συνήθεια ακρόασης μουσικής του παρελθόντος : η γαλλική που ενώ έκοψε το κεφάλι του βασιλιά έσπευσε να δημοκρατικοποιήσει τις μουσικές συνήθειες του ίδιου και των προγόνων του και η σοβιετική: κάθε κολχόζ, κάθε εργοστάσιο φιλοξενούσε κονσέρτα με έργα Bach, Mozart, Beethoven. Είκοσι μόλις χρόνια μετά το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης οι Ρώσοι, αυτός ο λαός που έλαβε μέρος στο μεγαλύτερο κοινωνικό πείραμα μαζικής διάδοσης μουσικής του παρελθόντος που έχει γνωρίσει η ιστορία, άκουγε Michael Jackson. Καταρρίπτοντας τον δυτικό μύθο κατά τον οποίο η έλλειψη ενδιαφέροντος οφείλεται σε έλλειψη πρόσβασης στη μουσική που κατά παράδοση υπήρξε μουσική των αστών.
Όταν η Columbia Artists (το μεγαλύτερο ίσως πρακτορείο καλλιτεχνών της κλασικής μουσικής στον κόσμο) έχει πτωχεύσει εξαιτίας της πανδημίας, το 30% των Βρετανών κλασικών έχουν ήδη αλλάξει επάγγελμα για να επιβιώσουν, σύμφωνα με την Guardian, και οι μεγαλύτερες αμερικανικές ορχήστρες κατευθύνονται σε πτώχευση, το τέλος της κλασικής μουσικής όπως τη γνωρίσαμε, τουλάχιστον στην μορφή συναυλιών με συγκεκριμένους κώδικες ενδυματολογίας και συμπεριφοράς, έχει ήδη δρομολογηθεί. Μιας και τα γεγονότα μας ξεπερνούν όμως, ευκαιρία να προσποιηθούμε ότι εμείς τα προκαλέσαμε : ένα νέο είδος κονσέρτων που επιχειρεί γέφυρες με την επιστήμη, τις εικαστικές τέχνες, την λογοτεχνία προσφέρεται σαν μοναδική διέξοδος στο σημερινό αδιέξοδο. Και αυτή τη στιγμή έχουμε όλο τον ελεύθερο χρόνο για να το σχεδιάσουμε.
*Ο Dionysios Dervis-Bournias είναι Ελληνογάλλος διευθυντής ορχήστρας και καλλιτεχνικός διευθυντής.