Όλοι πια ξέρουμε πως το κάπνισμα καταστρέφει: Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας λέει ότι σκοτώνει 7 εκ. καπνιστές κάθε χρόνο με παράπλευρες απώλειες για άλλους 1.2 εκ. «παρευρισκόμενους». Κοστίζει 1.4 τρις δολάρια κατ’ έτος σε περίθαλψη και απώλειες παραγωγικότητας. Μια καπνίστρια δεν έχει άλλοθι για το τι σημαίνουν αυτά για τον εαυτό της: Καθημερινή αφαίμαξη της τσέπης «εξασφαλίζει» μικρότερη ζωή και χειρότερες ασθένειες στην ίδια ενώ καταριέται και τους αγαπημένους της με τα δεινά των παθητικών καπνιστών.

Και όμως. Οι καπνιστές συνεχίζουν αρειμανίως – στην Ελλάδα περισσότερο από αλλού. Είναι επειδή δεν καταλαβαίνουν τι τους περιμένει, επειδή δεν τους νοιάζει ότι τα λεφτά γίνονται καπνός ή μήπως φταίει κάτι άλλο; Αν και σίγουρα περισσότερο έξυπνοι από άλλους λαούς, μήπως είμαστε λιγότερο ορθολογικοί;

Δεν λείπουν αντικαπνιστικές πολιτικές ούτε εκστρατείες ενημέρωσης. Αν ήμαστε όλοι ορθολογικοί – «ενήλικοι στο δωμάτιο», όπως μας θέλει η οικονομική θεωρία – οι εκστρατείες θα έπρεπε να είναι πολύ πιο αποτελεσματικές. Το πρόβλημα έγκειται στις αποκλίσεις από τον ορθολογισμό, στο συστηματικά παράλογο: Αποδίδουμε μεγαλύτερη αξία στην μικρή απόλαυση σήμερα σε σχέση με τη μεγάλη βλάβη στο μέλλον (μυωπική συμπεριφορά). Μας πείθουν περισσότερο τα λεγόμενα των κοντινών μας ανθρώπων παρά επιστημονικά εδραιωμένες στατιστικές μελέτες (νόμος των μικρών αριθμών): Όλοι έχουμε ένα θείο ή παππού που κάπνιζε 40 χρόνια και είναι υγιέστατος! Αν και όλο και περισσότεροι καπνιστές λένε ότι θέλουν στην πραγματικότητα να το κόψουν «από αύριο», το «αύριο» δεν έρχεται ποτέ.

Η κρατούσα αντίληψη είναι ότι ο ορθολογισμός τελικά θα περάσει: Λέγε-λέγε κάτι θα μείνει. Αυτή, εξ άλλου, είναι και η άποψη της οικονομικής θεωρίας. Και να μην είμαστε όλοι ορθολογιστές, είμαστε κατά μέσο όρο, ή εναλλακτικά, αφού συστηματικά θα τιμωρούμαστε θα μάθουμε να γίνουμε «μακροχρόνια».

Όμως, όπως είπε ο (καπνιστής) Κέυνς «Μακροχρόνια είμαστε όλοι νεκροί» – και στην περίπτωση του τσιγάρου με τρόπο δυσάρεστο.

Ο νέος κλάδος των συμπεριφορικών οικονομικών αρχίζει από την παραδοχή ότι δεν είμαστε όλοι υπολογιστικά ορθολογικά τέρατα, όπως είναι, ας πούμε, οι καθαρόαιμοι  νεοφιλελεύθεροι στο Σικάγο. Αντίθετα ο κανόνας είναι η συστηματική απόκλιση από τον ορθολογισμό – με τρόπους ιδιαίτερα γνώριμους στην Ελλάδα. Αν παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε τέλειοι, μπορούμε να αξιοποιήσουμε αυτές τις αυτοματοποιημένες, υποσυνείδητες αντιδράσεις για το καλό μας. Να μην βλέπουμε τα ελαττώματά μας σαν εμπόδια, αλλά να τα αξιοποιήσουμε εργαλεία για να διευκολύνουμε τις αποφάσεις που ξέρουμε ότι πρέπει να πάρουμε αλλά αναβάλλουμε συστηματικά.

Η νέα δημόσια πολιτική υλοποιεί έναν ήπιο πατερναλισμό, σπρώχνοντάς μας ελαφρά στην σωστή κατεύθυνση. Η επιστήμη των «νύξεων» (nudges) επεκτείνεται στην διαμόρφωση ατομικών συμπεριφορών – όπου οι πρωτοπόροι από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 είναι οι Αμερικανοί Richard Thaler και Cass Sunstein. Πολλές κυβερνήσεις έχουν δημιουργήσει ειδικές ομάδες με σκοπό την μελέτη και αποτελεσματική εφαρμογή παρεμβάσεων ευρείας κλίμακας. Στις ΗΠΑ η κυβέρνηση Obama επένδυσε στο Social and Behavioral Science Team.  Στην Μεγάλη Βρετανία το «Behavioral insights team» λειτουργεί από το 2010 με πάνω από 750 έργα σε 31 χώρες (https://www.bi.team/), στην Γερμανία το «Wirksam Regieren» από το 2015  στην Γαλλία το 2015 δημιουργήθηκε με κρατική συγχρηματοδότηση η ΜΚΟ «NudgeFrance». Συνολικά υπάρχουν τουλάχιστον 202 τέτοιες ομάδες παρέμβασης σε όλο τον κόσμο. Οι ομάδες αυτές έχουν ένα ευρύ πεδίο δράσεων στην σφαίρα της δημόσιας πολιτικής που εκτείνεται από την περιβαλλοντική και την φορολογική πολιτική μέχρι την καταπολέμηση της παχυσαρκίας, την προαγωγή καλών πρακτικών και στάσεων ζωής.

Ας γυρίσουμε λοιπόν στο τσιγάρο. Η συστηματική παρατήρηση συμπεριφορών που απέχουν από το «ιδεατό» μοντέλο του ορθολογισμού βοηθάει στην εγκατάλειψη βλαπτικών συνηθειών. Μια αντικαπνιστική εκστρατεία σχεδιάζεται για να αξιοποιήσει αυτές τις αποκλίσεις και έτσι να αλλάξει την «αυτοματοποιημένη», υποσυνείδητη, συμπεριφορά των καπνιστών.

Τα ομοιόμορφα πακέτα και οι δραματικές εικόνες ανασκευάζουν τις θετική εντύπωση που οικοδόμησαν οι επίμονες διαφημίσεις τσιγάρων επί μισό αιώνα: Ο Άνδρας του Μάρλμπορο (Marlboro Man) αποκαλύπτεται όπως είναι και όχι όπως τον ήθελαν.

Αλλά αυτό είναι μόνο το πρώτο, αμυντικό, επίπεδο παρέμβασης. Μια αποτελεσματική εκστρατεία χρειάζεται κάτι παραπάνω. Τα νέα οικονομικά της συμπεριφοράς επιστρατεύουν τις υποσυνείδητες αποκλίσεις από τον ορθολογισμό για να βοηθήσουν στο κόψιμο και να μην το αποτρέπουν.

Για παράδειγμα, ξέρουμε ότι μας πειράζει πολύ περισσότερο να χάσουμε κάτι που είχαμε παρά να κερδίσουμε το ίδιο πράγμα – «αποστροφή στην απώλεια». Η απώλεια ενός ποσού έχει μεγαλύτερη συναισθηματική επίπτωση από ότι ένα ισόποσο κέρδος. Για παράδειγμα, εξατομικευμένα οικονομικά κίνητρα μπορούν να αξιοποιήσουν αυτή την αποστροφή των ατόμων, μέσω ενός ιδιότυπου προγράμματος ασφάλισης. Έτσι, καπνιστές μπορούν να εγγράφονται σε ένα αποταμιευτικό πλάνο με ένα ποσό που καταβάλλουν στην αρχή. Το ποσό αυτό θα επιστρέφεται επαυξημένο εάν καταφέρνουν να κόψουν το κάπνισμα. Αντιθέτως θα μένει στον κοινό κουμπαρά αν αποτύχουν. Η ύπαρξη ανταμοιβής κάνει το πρόγραμμα πιο ελκυστικό αυξάνοντας τον συνολικό αριθμό των συμμετεχόντων, ενώ η αρχική αποταμίευση καθιστά το πρόγραμμα δημοσιονομικά ουδέτερο. Η δημιουργία ενός τέτοιου προγράμματος μπορεί να θεσπιστεί από το Υπουργείο Υγείας. Στην πρωτοβουλία αυτή θα μπορούσε  να αξιοποιήσει την εμπειρία και την τεχνογνωσία της ασφαλιστικής αγοράς για να αναπτυχθεί ένα οικονομικά βιώσιμο αποταμιευτικό πλάνο. Η επιδότηση του προγράμματος από το Υπουργείο Υγείας  θα κεφαλαιοποιεί (τμήμα) από τα μακροχρόνια οφέλη στην περίθαλψη από τη διαδεδομένη διακοπή του καπνίσματος. Οι ορθολογιστές ξέρουμε ότι το ετήσιο συνολικό κόστος του καπνίσματος (άμεσο και έμμεσο) ανέρχεται σε 0.7% του ΑΕΠ και 1% του ΑΕΠ για την Κίνα και τις ΗΠΑ αντίστοιχα – πόσο μάλλον στην Ελλάδα.

Ένα συμπεριφορικό αντικαπνιστικό πρόγραμμα μπορεί να έχει και άλλα στοιχεία: Η κοινωνική πίεση – η επίδραση των ομοίων (peer effect) – αυτή την στιγμή λειτουργεί αποτρεπτικά μέσω της αίσθησης στοχοποίησης που έχουν οι καπνιστές ή της πεποίθησης ότι έχουν την πλειοψηφία στην κοινωνία. Αυτό δείχνουν οι αντιδράσεις στις απαγορεύσεις καπνίσματος – που υπονόμευσαν όλες τις προηγούμενες κρατικές προσπάθειες. Αυτό θα μπορούσε να αναιρεθεί μέσω λεσχών διακοπής καπνίσματος ή άλλης κοινωνικής πίεσης – όπως γίνεται με επιτυχία για την παχυσαρκία ή το ποτό. Η χρήση έξυπνων κινητών και εφαρμογών κάνει τον στόχο ευκολότερο. Η ανάπτυξη ηλεκτρονικής πλατφόρμας  για καπνιστές  επιτρέπει την αποστολή εξατομικευμένων μηνυμάτων με βάση το προφίλ του κάθε χρήση, υπενθυμίζοντας καθημερινά πόσα χρήματα έχουν εξοικονομηθεί. Ήδη στις ΗΠΑ υπάρχει τέτοια ηλεκτρονική εφαρμογή στις ΗΠΑ, το Smokefree ( https://smokefree.gov) ενώ το πρόγραμμα QuitGenius προσφέρει παρόμοιες υπηρεσίες (https://www.quitgenius.com ) Η επικοινωνία μεταξύ χρηστών προσφέρει εναλλακτικά μοντέλα παρέμβασης και δράσης αξιοποιώντας την εμπειρία και τα εργαλεία των συμπεριφορικών.

Ο Αυγουστίνος προσευχόταν να τον κάνει ο Θεός ενάρετο, αλλά «όχι ακόμα». Για την πρώιμη αυτή επιτυχία στα συμπεριφορικά («υπερβολική αναγωγή») και άλλες η Δυτική Εκκλησία τον προβίβασε σε Άγιο. Εμείς στην Ανατολή αντιστεκόμαστε, αφού τον κάναμε μόνο «Ιερό». Το γιατί ο Αυγουστίνος είχε άδικο ανέλαβε να το μάθει στις Ελληνικές κυβερνήσεις (προφανώς από μεταμέλεια) η τρόικα επί δεκαετία.

Αντιθέτως, τα νέα οικονομικά δεν προσπαθούν να μας νουθετήσουν. Επιστρατεύουν τον παραλογισμό (μας) για να υπηρετήσει την λογική. Απ’ ό,τι ξέρουμε πάμε καλά σε ένα από τα δύο. Αν ασχοληθούμε επιστημονικά με τα ελαττώματά μας θα μπορούσαμε να πάμε καλά και στα δύο.

Ας αρχίσουμε, λοιπόν, από το κάπνισμα.

Πηγή: AthensVoice

O Πλάτων Τήνιος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.