Η απουσία ηγετικών και πολιτικά συγκροτημένων προσωπικοτήτων από τις κορυφές των κρατών της Δύσης, έγινε καταφανής με την κρίση της πανδημίας. Οι λίγες αλλά αξιοσημείωτες εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν, δυστυχώς, τον κανόνα. Η αντιμετώπιση τής βαριά τραυματισμένης από τον κορωνοϊό Ιταλίας είναι χαρακτηριστική. Χαρακτηριστική και η γερμανική στάση όχι μόνο έναντι της Ιταλίας αλλά και έναντι των συνεπειών του ιού στους λαούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είδαμε την προσέγγιση του ορθολογιστή προέδρου του γερμανικού κοινοβουλίου κ. Σόιμπλε ο οποίος δήλωσε ότι “ δεν είναι απόλυτο πως όλα υποχωρούν μπροστά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής”. Και ας είχαν διακηρύξει, λίγο πριν, τόσο ο υπουργός εξωτερικών όσο και ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας ότι “ύψιστη προτεραιότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η προστασία των πολιτών και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη”…

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και μάλιστα οι ισχυροί της δεν έχουν να παρουσιάσουν πολλά συλλογικά ανθρωπιστικά επιτεύγματα στην κρίση της πανδημίας πέρα από την όποια δραστηριότητά τους μέσα στα εθνικά του σύνορα ο καθένας. Και από την άλλη μεριά του Ατλαντικού,  δεν είναι λίγες οι εικόνες που θα θυμάται στο μέλλον η Δύση, με τον αμερικανικό “αναχωρητισμό”, την περιχαράκωση και όσα πρωτόγνωρα συνέβησαν κατά την περίοδο του κορωνοϊού στο εσωτερικό της μεγάλης αυτής χώρας.

Με την εξέλιξη της μεγάλης κρίσης της παγκόσμιας υγείας, ο κόσμος δείχνει να αναδιπλώνεται και δεν είναι λίγοι εκείνοι που προφητεύουν ότι, με την λήξη της περιπέτειας, δεν θα είναι πια ο ίδιος. Έτσι δείχνουν τα πράγματα και, όπως φαίνεται, παλιές – καλές αξίες χάνουν τα έντονα χρώματά τους με το περίγραμμά τους να θυμίζει ξεθωριασμένα ιχνογραφήματα άλλων εποχών. Εποχών όπου οι γονείς ενστάλαζαν αξίες και δίδασκαν αρετές. Σήμερα, η νέα πραγματικότητα μπορεί μεν να αναδείξει κάποιες προσωπικότητες με ικανότητες και αρχές για να ηγηθούν του νέου μας κόσμου, ίσως όμως φέρει στην επιφάνεια δόλιες  και επικίνδυνες μορφές που θα εκμεταλλευτούν τις ανατροπές για να προβάλουν τις δήθεν λυτρωτικές  τους λύσεις. Δεν λείπουν τα παραδείγματα ούτε από την απώτερη ιστορία ούτε από το πρόσφατο παρελθόν.

Η Ελλάδα είχε την τύχη και την πρόνοια να αντιδράσει γρήγορα και να αντιμετωπίσει υπεύθυνα τη σημερινή μάστιγα. Και, στην αρχή, τα κατάφερε μόνη της. Από την άλλη πλευρά, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως οντότητα, δεν συσπειρώθηκε αμέσως όπως προσδοκούσαν πολλοί απ΄όσους πιστεύουν σε αυτήν. Πολλοί οι δισταγμοί, πολλά τα ευχολόγια, λίγες οι δράσεις και ελάχιστα τα αισιόδοξα μηνύματα. Ίσως, μόλις καθίσει η σκόνη του

κορωνοϊού, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες βρεθούν σε στάδιο αναστοχασμού για το τι πρέπει να κάνει η κάθε μια μέσα στα σύνορά της αλλά και όλες μαζί ως σύνολο. Και αν γίνει κάτι τέτοιο, πιο εύκολα θα παραμεριστούν οι εφιαλτικές φυσιογνωμίες που θάλλουν κάθε που μια κατάρα ταράζει τον κόσμο, αλλά και πιο αισιόδοξες  προσδοκίες θα υπάρξουν. Όχι μόνο σε κάθε κράτος μεμονωμένα αλλά στην ίδια την Ένωση που την έννοια της αλληλεγγύης την ανασύρει δυστυχώς μόνο  σε επετείους και όταν ηγέτες χωρίς έμπνευση έχουν ανάγκη να κοσμήσουν τεχνοκρατικές ομιλίες με φράσεις που συγκινούν τις μάζες. Ίσως, οι ίδιες αυτές μάζες ανασυντάξουν σκέψεις, προτεραιότητες και στόχους και επιλέξουν την απόρριψη της κίβδηλης πληροφόρησης,  την υιοθέτηση των συγκροτημένων και υπεύθυνων προτάσεων και θυμηθούν, εις πείσμα των οικονομιστών, πως οι αρχές και οι αξίες δεν είναι απλός διάκοσμος αλλά ό,τι πιο υψηλό μπορούν να φτάσουν όλοι.

Είναι ευτύχημα πως, μέσα στη δίνη της εφιαλτικής κρίσης που εξακολουθούμε να βιώνουμε, τόσο ο κόσμος της Ελλάδας όσο και της ευρύτερης Ευρώπης έδειξε προτίμηση στον ταπεινό και ουσιαστικό επιστημονικό λόγο και στη συγκροτημένη πολιτική στάση, αφήνοντας πίσω τις φωνές τυχάρπαστων καιροσκόπων. Ευκταίο είναι τέτοιες και άλλες αντίστοιχες επιλογές να γίνουν έθος, σ’ εμάς και στην υπόλοιπη Ευρώπη και να μη τις θυμόμαστε ως ένα  στιγμιαίο συγκινησιακό προϊόν. Για να γίνουν τμήμα όσων πολλών χρειαζόμαστε ακόμα, ώστε να μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι για το πληρέστερο αύριο. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν και σήμερα το ρομαντισμό να ελπίζουν σε ένα αύριο αρχών και αξιών και όχι στο ξημέρωμα μιας μηχανιστικής εποχής ενός “Θαυμαστού Καινούργιου Κόσμου”.

Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή, ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ.